"Η ομίχλη του Χριστού" του Νίκου Τριανταφυλλόπουλου


Η επιθυμία του καθενός είναι ο φαύλος κύκλος του. ΄Οταν κάποιος πεθάνει, σημαίνει ότι η ζωή απλώνεται μπροστά του. Η επιθυμία, είναι η ρίζα της αποτυχίας, είναι η αιτία που η ζωή γίνεται δυσβάσταχτη. Το προσδοκώμενο δεν έρχεται ποτέ από την προσπάθεια. Η προσπάθεια πηγαίνει προς το στόχο, αλλά η προσπάθεια είναι ο κύκλος που πρέπει να σπάσει. Τη μέρα που θα πει κάποιος "πέθανα", την ημέρα εκείνη είναι γεμάτος ζωντάνια. Έχει ξεχάσει για τι προσπαθούσε, ανακάλυψε πως αυτό που προσπαθούσε, ήταν μάταιο, δεν ερχότανε, παρά μόνο αν μια δύναμη πέρα από τις δυνάμεις του, αποφάσιζε πως είχε έρθει η ώρα. Έτσι πέθανε, έθαψε εκείνη την επιθυμία του, άρχισε να νιώθει τη ζωή. Και ο θάνατος δεν είναι καθόλου θάνατος, ο θάνατος υπάρχει μόνο σαν φόβος για το άγνωστο. Αν κάποιος διαβεί εκείνη την πόρτα, αν δει πως ο θάνατος είναι μια εσωτερική συνέχεια, μια άχρονη ασταμάτητη συνέχεια, τότε μόνο αντιλαμβάνεται τη ζωή στον μέγιστο βαθμό.

Όταν κάποιος νιώθει απογοητευμένος από τη ζωή, ίσως αρχίζει να επιθυμεί τον θάνατο. Ξανά-γεννιέται μια επιθυμία. Είναι ο πόθος για την αυτοκτονία και είναι επίσης λάθος. Απεξάρτηση από τη λαγνεία για ζωή, δεν σημαίνει ότι ελευθερώνεται κάποιος από το φόβο του θανάτου, ένας νέος φαύλος κύκλος έχει δημιουργηθεί, η επιθυμία για αυτοκτονία. Επιθυμεί κάτι άλλο (την αυτοκτονία) και είναι μια νέα επιθυμία, δηλαδή ένας άλλος τρόπος να απομακρυνθεί από το μεγαλείο της ζωής. Η επιθυμία από μόνη της είναι προσκόλληση στην απομίμηση της ζωής. Κανείς δεν μπορεί να επιθυμήσει θάνατο, η επιθυμία είναι συνώνυμη της ζωής. Έτσι για να ανοίξει εκείνη η πύλη που θα δει κανείς, την πραγματική ζωή, δεν σημαίνει πως πρέπει να ψάξει να επιθυμεί, οφείλει κανείς να αδειάζει εντελώς από επιθυμίες. Να απαλλαγεί από την επιθυμία, σημαίνει να αντιληφθεί κάποιος, το ανώφελο της επιθυμίας (όταν κάποιος κάνει σχέδια ο θεός γελάει). Κατά μία έννοια, επιθυμία είναι η κυριαρχία πάνω σε κάτι, και δεν μπορείς να κυριαρχήσεις πάνω σε κάτι με τις δικές σου δυνάμεις, κάποια ανώτερη δύναμη αποφασίζει και τότε έχεις το αποτέλεσμα. Αν κατευθύνεις τις προσπάθειές σου, χωρίς όμως να μένεις προσκολλημένος, και δεν βλέπεις το στόχο παρά μόνο τον δρόμο, τότε το επιθυμητό έρχεται. Ακόμη και αν κάποιος πει, δεν θέλω να κυριαρχήσω, ακόμη και τότε κρύβεται μια επιθυμία, το να μην κυριαρχήσει. Αν συνεχίσει να μιλάει, να επικεντρώνεται στο αποτέλεσμα, τότε υπάρχει ακόμη η προσπάθεια που κρύβεται πίσω από αυτό, και είναι ανώφελο. Με το να αλλάζει κανείς αντικείμενο στην επιθυμία, δεν σημαίνει ότι σβήνει την επιθυμία. Ακόμη και αν το αντικείμενο είναι κρυμμένο, συνεχίζει να υπάρχει.

Το μυαλό δουλεύει με αυτά τα κόλπα. Όταν το μυαλό δει, ότι κάποιο αντικείμενο δεν μπορεί να συνεχίσει να σε απασχολεί, τότε αλλάζει και προσκολλάται σε άλλο αντικείμενο. Όμως η αλήθεια είναι εκεί, στο κενό ανάμεσα στις σκέψεις. Όταν κάποιος αντιληφθεί αυτή τη ματαιότητα της προσκόλλησης, ξαφνικά ένα καινούριο πεδίο συνειδητότητας ανοίγει. Απλά είναι εκεί. Δεν έρχεται από τη σκέψη, δεν έρχεται από το στόχο, δεν υπάρχει στόχος.

Έτσι ο Χριστός, πιάστηκε κορόιδο. Η δική του επιθυμία ήταν να σώσει τον κόσμο. Σε αυτό το σημείο ο Σωκράτης ήταν πιο ευφυής από τον Χριστό. Ίσως το επόμενο στάδιο του Χριστού, θα ήταν να γίνει Σωκράτης. Ο Σωκράτης δεν προσπαθούσε να σώσει κανέναν. Προσπαθούσε όμως να βάλει το συνομιλητή του να συμμετέχει με τις ερωτήσεις προς αυτόν, άρα κατά μία έννοια, είχε και ο Σωκράτης το λάθος, είχε και ο Σωκράτης την επιθυμία του. Όμως κρατούσε το κομμάτι που έλεγε ότι η επιθυμία είναι ο φαύλος κύκλος με το να μην επιθυμεί να επιβάλλει την άποψή του. Ο Χριστός, ήταν παγιδευμένος στο φαύλο κύκλο του να σώσει τον κόσμο. Και φυσικά λόγω της επιθυμίας του απέτυχε εντελώς.

Ίσως να μπορούσε να περπατήσει πάνω στο νερό, ίσως μπορούσε να θεραπεύσει λεπρούς και να αναστήσει νεκρούς, όμως δεν μπόρεσε να σπάσει τον κύκλο της ματαιότητας, να επιθυμεί να σώσει τον κόσμο. Φυσικά θα μπορούσε να σώσει τον κόσμο, ίσως να μπορούσε να τον σώσει, το φαινόμενο θα συνέβαινε μόνο αν ο ίδιος ήταν έξω από τον κύκλο της ματαιοδοξίας του. Απλά θα συνέβαινε. Όμως έμεινε παγιδευμένος στο μυαλό του, έμεινε παγιδευμένος στο πάθος του μυαλού του να σώσει τον κόσμο. Ούτε τεχνική, ούτε ομιλία, ούτε μέθοδος θα χρειάζονταν να αναπτύξει. Αν θα έμενε έξω από όλα αυτά, εκείνη την μοναδική στιγμή όλα θα συνέβαιναν. Όμως το μυαλό, είναι παγιδευμένο στο να κάνει κάτι και δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι κάτι απλά συμβαίνει.

Ο Βούδας, ήταν πιο ευφυής από τον Χριστό. Ίσως το επόμενο στάδιο του Χριστού, θα ήταν να γίνει Βούδας, όμως δεν κατάφερε να τον φτάσει. Ο Βούδας, πάλευε απεγνωσμένα να φωτιστεί για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Έκανε οτιδήποτε φαίνονταν δυνατό, οτιδήποτε έδειχνε δρόμος προς τη φώτιση. Για πολλά χρόνια προσπάθησε, χωρίς όμως να πετύχει κάτι. Τότε αποφάσισε να καθίσει κάτω από το δέντρο του, το Tοο Tααν. Και είπε "αρκετά". Εκείνο το βράδυ η επιθυμία του να πετύχει κάτι ξεθώριασε, πέθανε, ζωγραφίστηκε μπροστά του ανώφελη. Ο Βούδας, ένιωθε απόλυτα απογοητευμένος. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο να επιθυμήσει. Τα είχε δοκιμάσει όλα, όλους τους δρόμους και είχε αποτύχει. Δεν είχε πια κανέναν στόχο. Δεν είχε τίποτα άλλο να κάνει, κανέναν δρόμο να διαβεί. Έκατσε εκεί όλο το βράδυ. Όταν ξημέρωσε, η ματιά του έπεσε στο τελευταίο άστρο. Για πρώτη φορά στη ζωή του, η ομίχλη (επιθυμία) είχε σβήσει από τα μάτια του. Kαθώς το αστέρι μαραίνονταν κάτω από το πρώτο φως της μέρας, κάτι μέσα του μαράθηκε επίσης. Και εκείνη την στιγμή φωτίστηκε. Τη στιγμή που ένιωσε τη μεταφορά από την ομίχλη της επιθυμίας, στην καθαρότητα της πραγματικής ζωής, βρήκε αυτό που έψαχνε. Συνέβη χωρίς προσπάθεια, συνέβη χωρίς αναζήτηση, χωρίς στόχο, χωρίς πλάνο του μυαλού. Κατάλαβε πως η προσπάθεια δεν σε οδηγεί στο σημείο του γεγονότος, αλλά το γεγονός θα συμβεί τη στιγμή που η ομίχλη έχει σπάσει.

Ο Χριστός το ήξερε. Σίγουρα το ήξερε. Σίγουρα είχε ανοίξει την πόρτα για λίγο και είχε δει τι συμβαίνει εκεί. Όμως δεν μπόρεσε να δοθεί ολοκληρωτικά. Δεν μπόρεσε να απαγκιστρωθεί, από την επιθυμία του μυαλού του, δεν μπόρεσε να διαλύσει την ομίχλη του στόχου του και ο στόχος χάθηκε.

Ο Χριστός ήξερε να διαλογίζεται, αυτό είναι βέβαιο. Αν η τελική επιλογή του ήταν απλά να κάτσει κάτω από ένα δέντρο, όπως ο Βούδας, δεν θα χρειάζονταν να θυσιαστεί στον σταυρό για να υποστηρίξει τις απόψεις του, δεν χρειάζονταν να πεθάνει για να δείξει πως έχει δίκιο, δεν χρειάζονταν να το παίξει ήρωας που στηρίζει τις ιδέες του, που πεθαίνει για αυτές. Γιατί η ιδέα του για σωτηρία του κόσμου ήταν μια ουτοπία. Είχε τη δύναμη να ανακαλύψει το μάταιο της επιθυμίας του να σώσει τον κόσμο, όμως έμεινε δέσμιος αυτής της ομίχλης. Έτσι θα έσωζε τον εαυτό του, και κατ' επέκταση τον κόσμο αφού ο εαυτός είναι κομμάτι αυτού του κόσμου. Εκεί θα ήταν η πραγματική σωτηρία και εκεί θα έδιωχνε την ομίχλη. Αν έσωνε τον εαυτό του, θα έφτανε το μεγαλείο ενός Βούδα, ή ενός Σωκράτη. Με το να κόψει τη ζωή του πέτυχε μια μεγάλη ανοησία, έφυγε από τον κόσμο χωρίς να μπορέσει να αντιληφθεί πως ήταν δέσμιος της δικής του επιθυμίας και όχι δέσμιος της ανοησίας του κόσμου.

Ωστόσο υπάρχει πάντοτε η παράμετρος εκκλησία. Η υποκρισία δεν ενοχλεί την εκκλησία. Αντίθετα την κολακεύει, αφού δείχνει την τεράστια δύναμή της. Ίσως ο Χριστός να μην ήταν θύμα, όπως τον παρουσιάζει η βίβλος. Ίσως αυτή η εικόνα που έχουμε, του θεανθρώπου που αποφασίζει να θυσιαστεί για να μας δείξει το μεγαλείο του να είναι μια ακόμα ανοησία που ανακάλυψε και προώθησε ο οργανισμός της απάτης με σήμα τον σταυρό. Γιατί αναμφισβήτητα ο Χριστός ήταν μια πνευματική μορφή. Κάποιος μπορεί να υποθέσει πως ένα άτομο με τόσο υψηλή πνευματική συχνότητα γνώριζε για την ουτοπία του μυαλού του. Αλλά στο βάθος του χρόνου η εκκλησία είναι αυτή που δημιούργησε την εικόνα του. Τη λανθασμένη εικόνα του. Αυτό που μένει τελικά, έστω από τα γραφόμενα τυχάρπαστων, είναι πως ο Χριστός ήταν αφελής. Δεν είχε την ευφυΐα ούτε του Σωκράτη, ούτε του Βούδα.

Σχόλια